Τελικά φόρεσα τις πυτζάμες μου και ξάπλωσα στον καναπέ είχε πάει 8 και είχε ήδη σκοτεινιάσει. Χτύπησε το κινητό μου. Ήταν μια φίλη από το φροντιστήριο που πήγαινα. Με πήρε για να μου πει ότι είχε τα γενέθλια της και είχε κλείσει τραπέζι στα μπουζούκια. Δεν ήξερα τι να κάνω, αν ήθελα να πάω ή όχι, φοβόμουν μη θυμώσει και το αγόρι μου. Τελικά όμως σκέφτηκα πως δεν είναι και τόσο κακό να πάω να πω ένα γεια και να πιω και ένα ποτό αφού θα τον ενημέρωνα πρώτα. Έτσι τον πήρα και αφού στην αρχή έκανε κάτι ζήλιες μου είπε να είμαι φρόνιμο κορίτσι και να γυρίσω νωρίς στο σπίτι. Τον διαβεβαίωσα για αυτό και τον καληνύχτισα.
Σηκώθηκα για να ετοιμαστώ και στάθηκα μπροστά στη ντουλάπα μου. Έβαλα το αγαπημένο μου μαύρο κολλητό φόρεμα με τις μεταξωτές κάλτσες και φόρεσα και τις λουστρίν κόκκινες γόβες που αγόρασα τελευταία. Στον καθρέφτη έδειχνα αισθησιακή, είχα πολύ καιρό να ντυθώ κάπως έτσι και να κυκλοφορήσω μόνη μου βράδυ. Φόρεσα το παλτό μου, στους γονείς μου είπα ότι θα έβγαινα με κάτι φίλες και βγήκα από το σπίτι γεμάτη ενθουσιασμό. Μου είχε λείψει λίγη διασκέδαση.
Το ταξί με άφησε ακριβώς έξω από το μαγαζί και διαπίστωσα ότι είχα αργήσει και λίγο γιατί είχε πάει περίπου 12 η ώρα. Μπήκα αποφασιστικά και είπα το όνομα της φίλης μου και κάποιος του μαγαζιού μου είπε πως θα με οδηγούσε στο τραπέζι της. Ένιωθα βλέμματα δεξιά και αριστερά γύρω μου όσο κατευθυνόμουν προς τα εκεί και αυτό... อ่านทั้งเรื่อง