Κι εκείνη, μια γυναικάρα ψηλή και δεμένη, μόλις 28 χρονών, όλο δροσιά και χυμούς, την πέρναγε ολομόναχη, με μόνη παρέα τα δυό πιτσιρίκια. Ο γάμος της ήταν ένας γάμος ρουτίνας. Μια ανούσια σχέση που περιστρεφόταν γύρω απο το μαγαζί του άντρα της και απο τη φροντίδα των παιδιών της. Ο 40άρης άντρας της, που τον είχε παντρευτεί προ 8ετίας με συνοικέσιο, δεν είχε ποτέ κατορθώσει να την ικανοποιήσει ψυχικά ή σεξουαλικά.
Μόνη του έννοια ήταν το επάγγελμά του και η χαρτοπαικτική λέσχη που σύχναζε τα βράδυα μέχρι αργά. Κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο ερχόταν στο νησί για να τους δει, αλλά τις πιο πολλές ώρες κοιμόταν, γιατί ήταν κατάκοπος απ' τη δουλειά της εβδομάδας, όπως έλεγε. Η Καίτη δεν είχε δυνατότητα ν' αντιδράσει.
Η αγάπη της για τα παιδιά της και η πουριτανική ανατροφή της αστικής οικογένειας που είχε μεγαλώσει δεν της άφηναν κανένα περιθώριο να αντιδράσει και να σκεφτεί το διαζύγιο ή, έστω, κάποια εξωσυζυγική σχέση για εκτόνωση. Είχε αποδεχθεί τη μοίρα της και ζούσε μέσα στο μαράζι, καταπιέζοντας και ναρκώνοντας την έντονη θηλυκή της προσωπικότητα.
Αυτό όμως το μοιραίο απόγευμα, μιά σύμπτωση έμελλε να φέρει την προσωπική της ζωή άνω-κάτω. Περπατώντας αδιάφορα, πέρασε τυχαία έξω απο το σπίτι του 'Αγγελου, του μαραγκού που είχε επισκευάσει τελευταία τα παράθυρα του σπιτιού της, και θυμήθηκε πως του χρωστούσε κάποια χρήματα. Χτύπησε και μπήκε μέσα. Ο 'Αγγελος την καλοδέχτηκε και την κάλεσε για καφέ στη βεράντα, όπου καθόταν μαζί με τον αδελφό του, έναν ψηλό παίδαρο σαν αρχαίο θεό.
"Ο αδελφός μου είναι μηχανικός του εμπορικού ναυτικού, της εξήγησε, και έχει έρθει για διακοπές. Η γυναίκα μου έφυγε εκτάκτως για την Αθήνα, γιατί αρρώστησε η μητέρα της. Οπότε, μείναμε οι δυο μας, να φροντί... อ่านทั้งเรื่อง