Έτσι λοιπόν μια μέρα και ενώ επέστρεφα με την «Μ» από την δουλειά, αποφασίσαμε να πάμε για κανένα καφέ. Στο σπίτι θα με περίμενε ο άντρας μου και δεν τον είχα καμιά όρεξη. Τον πήρα λοιπόν τηλέφωνο και του είπα ότι είχα υπερωρίες και θα επέστρεφα γύρω στις εννιά το βράδυ. Εκείνη την ημέρα είχαμε ντυθεί και εγώ και η «Μ» πολύ προκλητικά, θέλοντας να βρούμε κάτι καλό. Όλοι οι άντρες συνάδερφοι μας στην δουλειά είχαν γουρλώσει τα μάτια τους.
Βέβαια, ενώ η «Μ» μου είπε να το κάνουμε με κανέναν από τους συναδέρφους μας, εγώ έμεινα πιστή στο δόγμα μου, στο να μη πάω με συνάδερφο μου. Έτσι αποφασίσαμε να πάμε για καφέ και ύστερα γραμμή για το σπίτι της για να την «βρούμε» τα δύο μας. Ήταν πολύ όμορφη και ήθελα να της γλύψω και να μου γλύψει το μουνί.
Ενώ λοιπόν πίναμε το καφεδάκι μας, μας πλησίασαν δύο μαύροι. Ήταν νεαρά παιδιά και οι δύο γύρω στα 20 με 22, όχι παραπάνω (αν και με τους μαύρους δεν είναι δυνατόν να καταλάβεις και πολλά για την ηλικία τους), κοιτάξαμε η μια την άλλη πονηρά. Αρχίσαμε λοιπόν να κάνουμε ότι και καλά μας ενδιέφερε να αγοράσουμε κάποια από τα CD που πουλούσαν. Κάθισαν στο τραπέζι μας, τους είπαμε αν ήθελαν να πιουν μαζί μας κανένα καφεδάκι. Δέχτηκαν με ευχαρίστηση.
Όση ώρα πίναμε τα καφεδάκια, εμένα το μυαλό μου έτρεχε στα μαύρα καυλιά που μέχρι εκείνη την στιγμή μόνο σε τσόντα είχα δει. Για να σας πω την αλήθεια, δεν ήμουν σίγουρη ότι θα μπορούσαν να είναι τόσο μεγάλα και χοντρά όσο τα έβλεπα σε τσόντες. «Κοντός ψαλμός αλληλούια», σκέφτηκα. Οι αράπηδες ήταν από την Νιγηρία, και ήταν κατάμαυροι πραγματι... อ่านทั้งเรื่อง